Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011

Τρεις πραγματικές ιστορίες

Ακόμα κι όταν πήγαινε σχολείο, ακόμη κι όταν έκανε ντους μετά την προπόνηση, ακόμα κι όταν βρισκόταν στην θάλασσα, μέσα στα καλοκαίρια και στην ζέστη, ο Αχιλλέας έπρεπε να προσέχει την αριστερή του φτέρνα. Ήταν οι οδηγίες και ο τρόμος της μάνας του σαν ήταν μικρός. Μέσα στα παπούτσια του είχε πάνω ενισχυμένη φτερνική σόλα και κάθε βράδυ είχε μάθει από την μάνα το να τρίβει την φτέρνα μαλακά και να την αλείφει με μια μαγική αλοιφή. Η φτέρνα του ήταν το μαλακό του σημείο και δεν μπορούσε να αφήσει κανένα να την αγγίξει. Ακόμα κι όταν μεγάλωσε, ακόμα και όταν έκανε έρωτα με τις γυναίκες που αγαπούσε, ο Αχιλλέας δεν άφηνε κανένα και τίποτε να αγγίξει την φτέρνα του. ΦΟΒΟΤΑΝΕ. Ενίοτε, κάθε τέλος καλοκαιριού, έπαιρνε κάτι περίεργες κάρτες από ένα τύπο που τον έλεγαν ΕΚΤΟΡΑ που τον έλεγε δειλό και του φώναζε «να κοπιάσεις». «Σε περιμένω θρασύδειλε, γιέ της θεάς, ημιαθάνατε. Έλα να με σκοτώσεις! Δεν μπορώ να πεθάνω χωρίς εσένα». Αλλά ο Αχιλλέας ποτές του δεν πήρε στα σοβαρά αυτές τις εντολές. Ήθελε να είναι ημίθεος. «Και κάποιος να μην μπορεί να ζήσει χωρίς εμένα»… Και κάποτε οι κάρτες σταμάτησαν να φτάνουν. Και κάποτε ο Αχιλλέας γέρασε. Και κάποτε αποφάσισε να μάθει ποιος ήταν ο Έκτορας. «Είναι πολύ αργά πια για μας», έγραφε η τελευταία του κάρτα. Βρισκόταν κι αυτός διακοπές με την Ανδρομάχη στην θάλασσα και δεν ήθελε πια τόσο πολύ να πεθάνει…


Ο Κωστής είχε πάρει μήνυμα τις πρώτες ώρες της αυγής κατά πως το έπαιρνε πάντα στα μουλωχτά μέσα στο μυαλό του, να πάει να τους συναντήσει επειδή αύριο θα ήταν η τελευταία μέρα. Η τελευταία φορά. Ο Μέγας Αρκάνθρωπος, αυτός που συνήθως του έδινε τα γλειφιτζούρια από θάλασσα του είπε να νηστέψει και να ετοιμαστεί, γιατί αυτή ήταν η φορά που θυμόταν για πάντα. Η μοναδική. Ο Κωστής ενήστεψε, επροσευχήθηκε και ετοίμασε σθεναρά τον εαυτό του να πει το μεγάλο αντίο. Στις 4 το πρωί σηκώθηκε μυστικά και πήρε τον μεγάλο δρόμο να κατηφορίσει να φτάσει στην θάλασσα. Κανένας δεν τον είδε, κανένας δεν τον πρόσεξε. Ίσως να τον προστάτευαν οι θεοί. Ίσως να τον προστάτευε η θάλασσα. Κατέβαινε και κατέβαινε να φτάσει στο γυαλό να τους δει όλους εκεί μαζωμένους, όπως τους είχε δει την πρώτη φορά, να λιάζονται τα λέπια και τα γένια τους στον ήλιο. Τον είδε ο Μέγας ο Αρκάνθρωπος και του έγνεψε να πλησιάσει. Έβαλε τα χέρια του στο κεφάλι του και τον ευλόγησε. «Θα φυγομεν», του είπε μόνο. «Ήρτεν η ώρα μας». Ο Κωστής έτρεμε. Εδώ και τρία χρόνια που τους έβλεπε πάντα έτρεμε. Τους φοβόταν και τους αγαπούσε. Φοβόταν που ζούσαν στην θάλασσα. Φοβόταν που τον είχαν διαλέξει. Φοβόταν που κρατούσε μυστικά. Φοβόταν που τους είχε διαλέξει. «Είναι που ήσουν στην μυστική ηλικία. Είχες τις μνήμες της μήτρας. Που μπορούσες να καταλάβεις. Αλλά τώρα όλα έχουν τελειώσει. Δεν θα ξανάρθουμε για σένα ποτέ. Μόνο αυτή την μνήμη θα κουβαλάς. Αχνά. Τα υπόλοιπα σιγά σιγά θα τα καταλάβεις». Ο Κωστής κατένευσε. Και οι Αρκάνθρωποι μπήκαν αχνά στην θάλασσα. Μια λιτανεία. Ο Κωστής έσκυψε αργά στην άμμο και την προσκύνησε. Την Θάλασσα. Θα πήγαινε σιγά σιγά στην μάνα του. Να την γυρέψει. Σήμερα ήταν τα γενέθλια του και γινόταν τεσσάρων χρονών. Είχε αρχίσει ήδη να ξεχνά. Θυμόταν μόνο κάτι αχνά. Και φοβόταν. Θα φοβόταν πάντα επειδή τον είχαν διαλέξει.



Η Μάρθα σταμάτησε μια στιγμή να σκεφτεί ποια θα ήταν η θέση της στην Ιστορία της Θεότητας, αλλά μετά το ξέχασε και ξεκίνησε να πάει στο ποτάμι που συναντούσε την θάλασσα. Μία φωνή στο κεφάλι της, της ψιθύρισε πως δεν είχε τόσο μεγάλη σημασία που είχε δει κατάματα Τον Θεό. Επειδή η αγάπη και η θεότητα υπήρχαν παντού και αυτή η ίδια ήταν ανέκαθεν Μία Εκλεκτή και δεν θα μπορούσε πια ποτέ να ξεχάσει. «Το πιο σημαντικό πράμα στη ζωή μου ήταν που στάθηκα ικανή να μαζέψει μαργαρίτες», σκέφτηκε και με ικανοποίηση η Φωνή της ψιθύρισε πως Ξέρει. Αυτή ήταν από τους ανθρώπους που Μπόρεσαν να δουν Το Πάντα. Η Μάρθα χαμογέλασε. Και γέλασε. Και μάζεψε πολλές πολλές μυρωδάτες μαργαρίτες. Μεγάλη η Θεότητα-αλλά ο Λάζαρος έκανε το σπίτι να μυρίζει χωματίλες.

14 σχόλια:

Ina είπε...

Food for thought, τις καλημέρες μου.

Ωραία Ελένη είπε...

Όντως ;) ... και τις δικές μου... νοιώθω περίεργα... φταίει που βρέχει...

DaisyCrazy είπε...

ε τον Αχιλλέα ποτέ δεν έμαθε σε τι του χρησιμεύε ή γιατί προστάτευε αυτή τη φτέρνα :)))))
φυσικά στα παραμύθια και την μυθολογία τη μοίρα που σου δίνουν οι θεοί δεν την αποφεύγεις όσο κι αν τρέχεις ν'απομακρυνθείς. κοίτα τι έπαθε ο οιδίποδας ;)

Ωραία Ελένη είπε...

Συμφωνώ... αλλά γενικά μου αρέσουν τα αντεστραμμένα στα παραμύθια... και τα παράλληλα σύμπαντα που όλα τα διαφορετικά μπορεί να συμβούν...

astronaftis είπε...

κι εμένα μου αρέσουν οι παραμορφωμένες ιστορίες. μου άρεσε πολύ η εκδοχή σου της ιστορίας του Αχιλλέα.

Ωραία Ελένη είπε...

AStronayti, ασφαλώς και θα σου άρεσαν!!;)

Moonlight είπε...

Γνωστές ιστορίες with a twist;
Λες να γινόσουν καλή μπάραγουμαν σε ένα παράλληλο σύμπαν; ;)
Καλή σου μέρα, και ευχαριστώ για το όμορφο ποστ.

Ανώνυμος είπε...

Μπράβο Ελένη μου, άρεσε μου ιδιαίτερα η ιστορία του Αχιλλέα τζιαι το να την γυρίζεις ανάποδα...

postbabylon είπε...

egw thelw na grapseis mithistorima tziai na mou xariseis ena me afierosi!:-)

Ina είπε...

Και εγώ το ίδιο!:-)

Ανώνυμος είπε...

Ομοίως!
Και είμαι σίγουρη ότι η μητρότητα σου επιφυλάσσει περισσή δημιουργικότητα...

Σκουλουκούιν είπε...

Ωραίες οι ιστορίες σου, ειδικά η πρώτη.

Sike είπε...

εσηκωστήκαν οι τρίshες μου ούλλες.

ψηφίζω κωστή...

Antonis είπε...

Έσιει τζαιρόν που γυρεύκω αρκαθρώπους. Ευχαριστώ.